Το ψυχικό τραύμα στο εργασιακό περιβάλλον αποτελεί ένα εξαιρετικά αρνητικό φαινόμενο, με σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και την αποτελεσματικότητα των εργαζομένων. Ωστόσο, δεν έχει τύχει της προσοχής και της φροντίδας που απαιτεί. Πρόκειται για ένα θέμα στο οποίο χρειάζεται περαιτέρω ευαισθητοποίηση του κοινού, δηλαδή των εργαζομένων και των επιχειρήσεων αλλά και περαιτέρω εξειδίκευση από τους Ψυχολόγους και Ιατρούς που εμπλέκονται με την ασφάλεια και υγεία στην εργασία.
Τι είναι το ψυχικό τραύμα;
Το τραύμα είναι μια πληγή, ένα ρήγμα στον ψυχισμό, ο οποίος για να είναι λειτουργικός οφείλει να είναι ενιαίος και όχι κατακερματισμένος. Το ρήγμα αυτό προκαλείται όταν το άτομο εκτεθεί σε ψυχοπιεστικές καταστάσεις τις οποίες αδυνατεί να διαχειριστεί. Ο φόβος, το στρες και το άγχος είναι τόσο μεγάλα που δεν τα χωρά ο νους κι έτσι το άτομο τραυματίζεται.
Ο τραυματισμός και οι μηχανισμοί που ενεργοποιεί, προκαλούν προβλήματα στην ψυχική υγεία και την αποτελεσματικότητα του ανθρώπου συνολικά. Τα εσωτερικά «ρήγματα» στο ψυχισμό με τον καιρό αποσυνδέονται από την ενσυνείδητη μνήμη και μπορούν να οδηγήσουν στην εκδήλωση μείζονος και διαχρονικής ψυχοπαθολογίας.
Οι επιπτώσεις του στην υγεία και την απόδοση των στελεχών
Ψυχικό τραύμα στον χώρο εργασίας μπορεί να προκαλέσει η σωματική και λεκτική βία, η έκθεση στη βία που εκδηλώνεται σε τρίτους, ο εργασιακός εκφοβισμός, η κακοποιητική σχέση με έναν προϊστάμενο ή συνεργάτη, η ισχυρή ή χρόνια απαξίωση και κριτική, η απειλή της εργασιακής ακεραιότητας, ο μόνιμος περιορισμός της αξιοποίησης δεξιοτήτων και η σεξουαλική παρενόχληση. Βεβαίως, ψυχικό τραύμα προκαλείται από την απειλή της ζωής όπως η ληστεία, η ομηρία, ο σωματικός τραυματισμός, το εργατικό ατύχημα ή δυστύχημα.
Οι επιπτώσεις μιας τραυματικής εμπειρίας είναι μεγάλες και πολυδιάστατες. Για να κατανοήσουμε το μέγεθος των συνεπειών στην ψυχική υγεία και την αποτελεσματικότητα των εργαζομένων, αρκεί να σημειώσουμε ότι στο τραυματισμένο άτομο, όλες οι δεξιότητες που χρησιμοποιεί για να εφαρμόσει και να αξιοποιήσει τις γνώσεις και την εμπειρία του, παύουν να λειτουργούν. Καμία αποκτηθείσα γνώση και εμπειρία δεν μπορούν πλέον να αξιοποιηθούν καθώς το τραύμα προκαλεί βαθύτερες βλάβες στο σύστημα διαχειρίζεται αυτές τις δεξιότητες. Επιπρόσθετα δε, συχνά αναπτύσσονται συμπεριφορές προστασίας όπως η αποφυγή του ίδιου του χώρου εργασίας, η απόσυρση, η επιθετικότητα και ακύρωση κάθε προσπάθειας συνεργασίας.
Η υποκειμενική δυσφορία και το μετατραυματικό στρες που συνήθως ακολουθούν μια τραυματική εμπειρία, διαταράσσουν την ικανότητα μάθησης, τη διαχείρισης πληροφοριών και λήψη αποφάσεων, τη διαχείριση της αλλαγής και τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης. Η κατάσταση αυτή βιώνεται με ενοχή, αυτομομφή, θλίψη, άγχος και διάχυτο πόνο. Η ένταση μάλιστα, των επιπτώσεων ενδέχεται να αυξηθεί όταν το τραύμα στον χώρο εργασίας ενεργοποιήσει άλλα, παλαιότερα τραύματα του ατόμου από την προσωπική και κοινωνική του ζωή, τα οποία δεν αντιμετωπίστηκαν επαρκώς.
Το τραύμα που δεν αντιμετωπίζεται από εξειδικευμένους θεραπευτές, παραμένει φαινομενικά σιωπηλό αλλά ενεργό και παραμορφώνει την αντίληψη της πραγματικότητας. Στοιχεία από το περιβάλλον εργασίας που ενδέχεται να υπενθυμίζουν το τραυματικό γεγονός χωρίς ωστόσο να συνδέονται λογικά με αυτό, πυροδοτούν δυσανάλογες εσωτερικές και εξωτερικές αντιδράσεις. Στην πραγματικότητα δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος όπου το τραύμα προκαλεί πτώση της αποτελεσματικότητας η οποία οδηγείστην αντίδραση της Ηγεσίας η οποία με τη σειρά της, ενισχύει το αίσθημα ενοχής, προκαλεί ακόμη περισσότερο φόβο, ενισχύει και επιβεβαιώνει αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό και την αποτελεσματικότητα του.
Πρόληψη και αντιμετώπιση.
Ο ψυχολογικός τραυματισμός είναι πολύπλοκος. Κι αυτό διότι προκύπτει μέσα από έναν συνδυασμό, μία ευθυγράμμιση ανάλογη με εκείνη των πλανητών, ανάμεσα στη βία του περιβάλλοντος και την ευαλωτότητα του εργαζόμενου. Τι αποτελεί ψυχοπιεστικό γεγονός ή όχι, εξαρτάται και από την ανθεκτικότητα της κάθε προσωπικότητας. Ακόμη και σε ένα αντικειμενικά σοβαρό τραυματικό γεγονός όπως η ληστεία, η λεκτική και σωματική βία, ο βαθμός του ρήγματος στον ψυχισμό και η πρόγνωση της θεραπείας εξαρτώνται τη δομή του χαρακτήρα.
Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, το τραύμα θέλει τουλάχιστον δύο και ποτέ δεν αποτελεί ατομικό πρόβλημα ή δυσλειτουργία ενός και μόνον εργαζόμενου αλλά αφορά το οργανωσιακό σύστημα συνολικά. Η Συμβουλευτική Ηγεσίας από ειδικούς Ψυχολόγους μπορεί να λειτουργήσει προληπτικά, διαμορφώνοντας ένα περιβάλλον αποδοχής και ανάπτυξης όπου δεν γεννά βία, πίεση, φόβο και απειλή. Ο ειδικός παρεμβαίνει συμβουλευτικά και ψυχο-εκπαιδευτικά βοηθώντας τους εργαζόμενους να αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους και να διαχειρίζονται τις συμπεριφορές τους εντός της εργασίας.
Το πρόβλημα στην αντιμετώπιση του ψυχικού τραύματος εντός εργασίας είναι ότι συχνά δεν μιλούμε γι αυτό, δεν αναγνωρίζεται ως τραύμα και έτσι δεν ζητείται βοήθεια. Ακόμη και σε περιπτώσεις ατυχημάτων, δυστυχημάτων, ληστειών και φυσικών καταστροφών, δεν ζητείται αυτόματα η συμβολή Ψυχολόγου. Όμως, πέρα από έκδηλες καταστάσεις,το τραύμα ενυπάρχει στην καθημερινότητα, στις επικοινωνίες ανάμεσα στους εργαζόμενους και στις σιωπές τους.
Έτσι, απαιτείται πρώτον η ευαισθητοποίηση των Εργασιακών Ψυχολόγων, των Ιατρών Εργασίας και των Διευθυντών Ανθρωπίνου Δυναμικού ώστε να εντοπίζουν τους παράγοντες κινδύνου και φυσικά, η πρόσκληση εξειδικευμένων θεραπευτών στην αντιμετώπιση του ψυχικού τραύματος.