Σχεδόν το 50% όσων ζητούν coaching βιώνουν άγχος και κατάθλιψη.

Οι διαφορές ανάμεσα στην ψυχοθεραπεία και το coaching είναι ένα από τα πλέον διαχρονικά ερωτήματα στον κλάδο. Από πολύ νωρίς, υπήρξε έντονος προβληματισμός, ιδιαίτερα από συναδέλφους κλινικούς, αναφορικά με το πόσο καταρτισμένος και ικανός είναι ένας Coach να αναγνωρίσει αν ένας πελάτης υποφέρει από ψυχολογικά προβλήματα ή όχι, αν χρειάζεται ψυχολογική, ψυχιατρική βοήθεια ή μπορεί να βοηθηθεί από το coaching.

Το ερώτημα παραμένει μέχρι και σήμερα χωρίς να έχουμε πολύ ολοκληρωμένες απαντήσεις. Μοιράζομαι μαζί σας τα εξής δεδομένα:

  • Η «Διαδικασία Συμβολαίου» (Contracting) αποτελεί μια από τις βασικές δεξιότητες στην οποία εκπαιδεύεται ένας Coach. Η διαδικασία αυτή συμπεριλαμβάνει την αποσαφήνιση των ορίων και την παραπομπή του πελάτη σε άλλον επαγγελματία. Δυστυχώς όμως, κανένας σύλλογος δεν έχει παρουσιάσει τεκμηριωμένα, σε μακρόχρονες έρευνες, τα ακριβή όρια του coachingμε την ψυχοθεραπεία ή κάποιο επίσημο πρωτόκολλο αξιολόγησης πελατών.
  • Με την ανάπτυξη του κλάδου της Coaching Ψυχολογίας (2002), πολλοί συνάδελφοι με κλινική εμπειρία ενεπλάκησαν στο coaching και έτσι δημοσιεύονται πλέον άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά και εκδίδονται βιβλία από εξειδικευμένους ψυχολόγους που μελετούν τις συναισθηματικές δυσκολίες των πελατών του coaching.
  • Γνωρίζουμε ότι πάνω στο σύνορο είναι δύσκολο να διακρίνεις διαφορές, οπότε σε οριακές καταστάσεις, όλα δυσκολεύουν.
  • Υπάρχουν σήμερα κάποιες άτυπες διεργασίες που βοηθούν τον Coach να κατανοήσει αν μπορεί να βοηθήσει τον πελάτη του σε όσα χρειάζεται ή όχι. Ωστόσο, κανείς δεν επιβάλλει, σε κανένα πρόγραμμα εκπαίδευσης να υπάρχουν εκπαιδευτές κλινικοί επαγγελματίες που θα διδάξουν κάτι τέτοιο στους νέους coaches.

Ήδη από το 2009, από μια έρευνα του Antony Grant, γνωρίζουμε ότι το 25% με 50% εκείνων που ζητούν coaching βιώνουν έντονο κλινικό άγχος, στρες και κατάθλιψη. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η έρευνα αφορούσε το Executive Coaching, δηλαδή, αξιολογήθηκαν στελέχη οργανισμών που απολαμβάνουν τις υπηρεσίες ενός Coach. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι συμβαίνει στο Life coaching όπου είναι πιο δύσκολο να μετρηθεί κάτι τέτοιο. Η εμπειρία ωστόσο δείχνει ότι αρκετοί συμπολίτες μας, προσεγγίζουν το life coaching ως υποκατάστατο της ψυχοθεραπείας.

Αυτό σημαίνει ότι το Coaching είναι κάτι αναποτελεσματικό, είναι κάτι εύκολο ή επιφανειακό; Σε καμία περίπτωση, απλώς επεξεργάζεται ζητήματα διαφορετικά από ψυχολογικές δυσκολίες και διαταραχές. Στην ίδια έρευνα άλλωστε (Grant, 2009), τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα του Coaching με γνωσιακή-συμπεριφορική προσέγγιση και με προσέγγιση με εστίαση στη λύση (cognitive-behavioral solution focused coaching) στην επίτευξη στόχων, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της ευεξίας εντος της εργασίας, των στελεχών.

Δεδομένων, μάλιστα, των συνθηκών σε αρκετές επιχειρήσεις και οργανισμούς, τα στελέχη αντιμετωπίζουν έντονο στρες, βιώνουν πίεση από τις προσδοκίες των ανωτέρων ή τις αντιδράσεις των ομάδων που ηγούνται και καλούνται να διαχειριστούν πολύπλοκες σχέσεις με συχνά, δύσκολες προσωπικότητες. Οι παράγοντες αυτοί συμβάλλουν στην εμφάνιση ψυχολογικών δυσκολιών όταν υπάρχει ευαλωτότητα.

Τι πρέπει να κάνουμε ως επαγγελματίες Coaches

Πρώτον, σε ό,τι αφορά το life coaching, τα πράγματα είναι ακόμη απροσδιόριστα. Για αυτό, επιμένω και θα συνεχίσω να το προτείνω σε κάθε νέο αλλά και παλαιότερο coach, να στραφεί απευθείας σε αυτό που λέμε Business, Executive, Leadership Coaching. Δεν είναι λιγότερο «ανθρώπινο» και το personal coaching ως προσωπική ανάπτυξη είναι πάντοτε παρόν σε κάθε συνεργασία. To Coaching γεννήθηκε ως η ανθρώπινη υποστήριξη σε ένα περιβάλλον οικονομικού ανταγωνισμού.

Δεύτερον, σωστή εκπαίδευση. Οι Coaches πρέπει να εκπαιδευτούν στην αξιολόγηση των ορίων και των γνώσεών τους. Συχνά ακούω ότι το Coaching είναι ένα “self-regulated profession”, λοιπόν, η αυτορρύθμιση αφορά (ακόμη, δυστυχώς) τον κάθε Coach ξεχωριστά. Ο καθένας μας οφείλει να προσεγγίσει το Coaching με αυτό-έλεγχο, σοβαρότητα και επαγγελματισμό, οφείλει να μάθει πότε και πώς να αρνείται τη συνεργασία με κάποιους πελάτες. Επιλέξτε λοιπόν με ιδιαίτερη προσοχή το πρόγραμμα εκπαίδευσης και τους εκπαιδευτές σας.

Τρίτον, να μάθουμε να λέμε όχι. Οι coaches στα πρώτα τους βήματα, γεμάτοι ενθουσιασμό και δέος, αναζητούν πελάτες για να εξασκηθούν και να αποκτήσουν εμπειρία. Είναι πιθανόν να κρατήσουν μια συνεργασία που δεν έπρεπε καν να ξεκινήσουν. Το λέω όμως ξεκάθαρα, κάθε σωστό όχι που θα πείτε θα αντιστοιχεί σε πολλές νέες, καλές συνεργασίες με στελέχη και επαγγελματίες που θα απολαύσετε.

Τέταρτον, εποπτεία. Η σχέση με έναν έμπειρο επόπτη-μέντορα, πολύ συχνά, σώζει. Όχι μόνον στις οριακές, δυσδιάκριτες καταστάσεις αλλά σε κάθε περίπτωση. Επιλέξτε σωστά τον επόπτη σας και εργαστείτε μεθοδικά για την ανάπτυξή σας.

Πέμπτον, να μάθουμε να εργαζόμαστε με τα συναισθήματα των πελατών. Όπως σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, έτσι και στο coaching, τα συναισθήματα είναι πάντοτε παρόντα. Τo coaching ως εμπειρία βιώνεται με συναισθήματα αλλά και ως μεθοδολογία προκαλεί συναισθήματα στους ανθρώπους. Οι coachesοφείλουν να εκπαιδευτούν στη διαχείρισή τους. Αυτό όμως, είναι ένα ζήτημα που θα συζητήσουμε σε κάποιο άλλο άρθρο μου.

Grant, A., (2009). Executive coaching enhances goal attainment, resilience and workplace well-being: a randomised controlled study. The Journal of Positive Psychology 4:5.

Αφήστε μια απάντηση